ΓΙΑΝΝΕΝΑ  ΠΟΛΗ  ΤΩΝ  ΕΥΕΡΓΕΤΩΝ

Ποιήματα: 1919-1933


Δύο νέοι, 23 έως 24 ετών

 

Απ' τες δεκάμισυ ήτανε στο καφενείον,

και τον περίμενε σε λίγο να φανεί.

Πήγαν μεσάνυχτα - και τον περίμενεν ακόμη.

Πήγεν η ώρα μιάμισυ· είχε αδειάσει

το καφενείον ολοτελώς σχεδόν.

Βαρέθηκεν εφημερίδες να διαβάζει

μηχανικώς. Απ' τα έρημα, τα τρία σελίνια του

έμεινε μόνον ένα: τόση ώρα που περίμενε

ξόδιασε τ' άλλα σε καφέδες και κονιάκ.

Κάπνισεν όλα του τα σιγαρέτα.

Τον εξαντλούσε η τόση αναμονή. Γιατί

κιόλας μονάχος όπως ήταν για ώρες, άρχισαν

να τον καταλαμβάνουν σκέψεις οχληρές

της παραστρατημένης του ζωής.

 

Μα σαν είδε τον φίλο του να μπαίνει - ευθύς

η κούρασις, η ανία, οι σκέψεις φύγανε.

 

Ο φίλος του έφερε μια ανέλπιστη είδησι.

Είχε κερδίσει στο χαρτοπαικτείον εξήντα λίρες.

 

Τα έμορφά τους πρόσωπα, τα εξαίσιά τους νειάτα,

η αισθητική αγάπη που είχαν μεταξύ τους,

δροσίσθηκαν, ζωντάνεψαν, τονώθηκαν

απ' τες εξήντα λίρες του χαρτοπαικτείου.

 

Κι όλο χαρά και δύναμις, αίσθημα κι ωραιότης

πήγαν - όχι στα σπίτια των τιμίων οικογενειών τους

(όπου, άλλωστε, μήτε τους θέλαν πια):

σ'ένα γνωστό τους, και λίαν ειδικό,

σπίτι της διαφθοράς πήγανε και ζητήσαν

δωμάτιον ύπνου, κι ακριβά πιοτά, και ξαναήπιαν.

 

Και σαν σωθήκαν τ' ακριβά πιοτά,

και σαν πλησίαζε πια η ώρα τέσσερες,

στον έρωτα δοθήκαν ευτυχείς.

 

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

 
      αριθμός επισκεπτών