Απ’ την απτότητα στην ενατένιση


η Σύνη Παπαγιάννη


       Σε τόνους χοϊκούς που αντιπαραβάλλονται στα ατλάζια του γαλάζιου, η Σύνη Παπαγιάννη διαμορφώνει τα τοπία της ως εφαλτήρια ενατένισης. Τόσο στις προηγούμενες σειρές των έργων της, όσο και στην πρόσφατη, επιδίωξη της ζωγράφου δεν είναι η αναπαράσταση, χωρίς από την άλλη πλευρά να απεμπολείται καθολικά η αναγνωριστικότητα των στοιχείων με τα οποία διαπραγματεύεται τις εικαστικές της συνθέσεις. Η επικέντρωση του ενδιαφέροντός της ξεκινά πέρα από την ταυτολογία του εμπράγματου, στοχεύοντας στην απτότητα και την υφή των επιφανειών, καθώς αυτές ανοίγουν έναν διάλογο με την ψευδαίσθηση των εγγύτερων και των βαθύτερων προοπτικών πεδίων, προκειμένου να αναδυθεί η λειτουργία των κατατεθημένων αισθήσεων στην μνήμη. Την μνήμη ωστόσο που διαρκώς τροποποιείται, την ορίζει ο ψυχικός παράγοντας και οι καταλυτικές διαθέσεις που διεγείρουν πτυχές της, δημιουργώντας συνειρμούς με τα προκείμενα. Παρά ταύτα, η φαινομενολογία δεν εξουσιάζει πρωταγωνιστικά αυτά τα τοπία, που εμφανίζουν υπαρξιακά ερωτήματα, γύρω από τις σταθερές και τις μεταβλητές αξίες, την στιγμή και την διάρκεια, την παρουσία και την απουσία, την φύση των αλλαγών και εκείνη των μεταμορφώσεων.
       Λοφίσκοι και μακρινοί ορίζοντες, με χαμηλή βλάστηση κι άλλοτε με φρυγμένο χώμα, φιλοξενούν την μοναξιά κάποιου δέντρου ή των ξερόκλαδων που αντιστέκονται στους βοριάδες, αντικρίζοντας με στωικότητα τις δίνες των νεφών του ουρανού και μέσα από αυτές, τις τύχες των καιρών, καθώς συνοψίζουν απροσμάχητες περιπέτειες ζωής με τους υφάλους της, τους σκοπέλους και τις διαφυγές της. Η πινελιά εστιάζεται κάποτε στην λεπτομέρεια και αλλού απελευθερώνεται, συνδυάζοντας την παραστατικότητα με την χειρονομιακή αφαίρεση και τους τόνους των χρωμάτων με τους ρυθμούς που απορρέουν από την εσωτερική συγκρότηση της κάθε σύνθεσης. Η ποιότητα ωστόσο και η χρωματική διαστρωμάτωση, μέσα από τα ποικίλματα και την χρήση των υλικών που σχεδόν αναγλυφοποιούνται, υπαγορεύουν την υποβλητικότητα την σύνολης αίσθησης που αποκομίζει κάθε φορά ο θεατής, λειτουργώντας αυτή ως έναυσμα για την φαντασία του.
       Το φως υφαίνει τις υπόγειες συνάψεις των νημάτων του ρόδινου με το σταχτί, της ώχρας με τα πράσινα του κυπαρισσιού, τα κίτρινα των σπαρτών με τα καφετιά της καστανιάς, τα πορτοκαλί χρώματα μιας πρώιμης άνοιξης με τα σμαράγδια του φθινοπώρου και τα μενεξεδένια εσπερινά.
       Τα τοπία της Σύνης Παπαγιάννη έλκουν και ταυτοχρόνως αποστασιοποιούν την διάθεση του αγγίγματος, φέρνοντας κοντά το εφήμερο και ταυτοχρόνως απομακρύνοντας τους νόμους της φθοράς του. Την θέση του τη μοιράζεται αινιγματικά το εφήμερο με την αλληγορία γύρω από τα περασμένα και τα μελλούμενα, ενώ η πορεία του βλέμματος συνεχίζει την προσπάθεια να εξιχνιάσει τα υποκρυπτόμενα της θέασης που αχνοφέγγουν μέσα από τις ομιλητικές σιωπές τους.

Αθηνά Σχινά
Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης
αριθμός επισκεπτών