Υπάρχουν ακόμη τέτοιες φωνές στην Ευρώπη ...

Ρικάρντο Μούτι: «Ευρώπη χωρίς Ελλάδα ίσον βαρβαρότητα...»

Αναδημοσίευση από το Βήμα 18/09/2011              

Ο φιλέλληνας ιταλός αρχιμουσικός δείχνει τον δρόμο για την ανάκαμψη από την – κάθε είδους – κρίση μέσα από την κουλτούρα


   

Στις 28 Ιουλίου ο Ρικάρντο Μούτι έγινε 70 ετών – δύσκολο να το πιστέψει κανείς με βάση το νεανικό παρουσιαστικό και τη φρενήρη δραστηριότητά του. Αρχηγοί κρατών και Εκκλησιών αλλά και εξέχουσες προσωπικότητες απ’  όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής χαιρέτισαν τα γενέθλια του διάσημου ιταλού αρχιμουσικού, δεκάδες τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί σε ολόκληρο τον κόσμο τού αφιέρωσαν πολύωρα ή και 24ωρα προγράμματα, «βροχή» νέων τιμητικών διακρίσεων και βραβείων ήρθε να προστεθεί στην ήδη εξόχως εντυπωσιακή συλλογή του, ενώ το διαδίκτυο κατακλύστηκε από μηνύματα και αυτοσχέδια βίντεο χιλιάδων θαυμαστών. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση ιταλών πολιτικών απ© όλο το πολιτικό φάσμα να ανακηρυχθεί ο μαέστρος γερουσιαστής διά βίου επανήλθε δριμύτερη στον Τύπο της χώρας του. Τα παραπάνω συνέβησαν στον απόηχο της διεθνούς αίσθησης που προκάλεσε ο Μούτι τον περασμένο Μάρτιο, όταν, με την ευκαιρία μιας νέας παραγωγής του «Ναμπούκο» στην Όπερα της Ρώμης, έκανε μια συναισθηματικά φορτισμένη έκκληση υπέρ της διάσωσης της κουλτούρας στην Ιταλία. Ζωντανό σύμβολο στη χώρα του και «δηλωμένος» φιλέλληνας, πιστεύει ότι για ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο το «μυστικό» της ανάκαμψης κρύβεται στον πολιτισμό. Λίγο προτού «πετάξει» για Σικάγο προκειμένου να διευθύνει τις εφετινές εναρκτήριες συναυλίες της ορχήστρας του, της Συμφωνικής της «Πόλης των Ανέμων», και με φόντο τη νέα του πρεμιέρα στην Όπερα της Ρώμης την 1η Νοεμβρίου με τον «Μάκβεθ» του Βέρντι, ο «τελευταίος αυτοκράτορας του πόντιουμ» μιλά για όλους και για όλα: για την Ελλάδα και την Ευρώπη, για την κουλτούρα και την κρίση, αλλά και για τον ρόλο των media σε μια εποχή η οποία, όπως λέει, έχει ανάγκη από μια νέα πνευματική επανάσταση...

- Μαέστρο, τι λέτε, ζούμε το τέλος μιας εποχής ή την αρχή μιας νέας;


«Δεν είμαι κοινωνιολόγος και ούτε μου αρέσει να εκφέρω άποψη επί παντός θέματος. Νομίζω ότι όσοι το κάνουν, περισσότερο μπερδεύουν τον κόσμο παρά συμβάλλουν στον ουσιαστικό διάλογο. Θα προσπαθήσω να σας απαντήσω λοιπόν ως ένας άνθρωπος ο οποίος, λόγω επαγγέλματος, ταξιδεύει ανά τον κόσμο εδώ και περισσότερα από 40 χρόνια. Ανήκω και εγώ στους πολλούς που πιστεύουν ότι αυτή η πολυσυζητημένη κρίση η οποία αγγίζει όλους τους τομείς της ζωής δεν ξέσπασε ξαφνικά. Είναι το αποτέλεσμα μιας πολύχρονης στρεβλής πορείας. Η ταχύτητα με την οποία εναλλάσσονται πρόσωπα και πράγματα με αποτέλεσμα να εξαντλούνται προτού καλά-καλά υπάρξουν, η έλλειψη οράματος και κάθε έννοιας μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, η “επένδυση” στο εφήμερο, η απληστία, είναι στοιχεία που κυριαρχούσαν στην κοινωνία μας εδώ και αρκετά χρόνια και, τελικά, μας έφεραν εδώ που μας έφεραν. Αν προσθέσει κανείς και τις χαμένες ευκαιρίες, τις σημαντικές κατακτήσεις του ανθρώπινου νου οι οποίες, ενώ ξεκίνησαν εξαιρετικά φιλόδοξα και ελπιδοφόρα, κατέληξαν να αποτελούν την καταστροφή του σύγχρονου ανθρώπου, σκιαγραφεί μια εικόνα...».

- Πού ακριβώς αναφέρεστε;


«Θα σας πω ένα παράδειγμα: η τηλεόραση ήρθε στην Ιταλία το 1957, όταν ήμουν 15-16 ετών. Έφηβος λοιπόν, και αργότερα νεαρός, την εποχή που διαμόρφωνα την προσωπικότητα, τις αντιλήψεις και τις αξίες της ζωής μου, είχα την ευκαιρία να παρακολουθώ στη μικρή οθόνη όπερες του Βέρντι και του Μότσαρτ, θεατρικά έργα του Σαίξπηρ και του Ιψεν, εποικοδομητικές συζητήσεις γύρω από την πολιτική, την κοινωνία, τις θεωρητικές αναζητήσεις και τα τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής. Τέτοια προγράμματα μεταδίδονταν τότε και ήταν προσβάσιμα ακόμη και στο πιο απομονωμένο χωριό... Τι μεσολάβησε άραγε και από εκείνη την τηλεοπτική εποχή περάσαμε στη σημερινή με όλες αυτές τις ανόητες, επιφανειακές εκπομπές που όχι μόνο αποβλακώνουν τον κόσμο αλλά και του στερούν κάθε έννοια επικοινωνίας με τους άλλους; Το ίδιο και οι εφημερίδες, οι οποίες ακολούθησαν επίσης αυτό το μοντέλο. Τα τελευταία χρόνια τα media επένδυσαν στην κουλτούρα του κενού. Και μοιραία, κάποια στιγμή, έπεσαν και τα ίδια μέσα...».

- Αραγε η πορεία είναι αναστρέψιμη;

«Τον τελευταίο καιρό έρχεται ολοένα περισσότερο στον νου μου μια φράση του Αντρέ Μαλρό την οποία είδα κάποτε γραμμένη σε έναν δρόμο του Παρισιού: “Ο 21ος αιώνας”, έλεγε, “ή θα είναι πνευματικός ή δεν θα υπάρξει...”. Πιστεύω ότι σήμερα χρειαζόμαστε μια πραγματική πνευματική επανάσταση και σ’ αυτή την κατεύθυνση τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, υπό την προϋπόθεση ότι θα ανακτήσουν τον ουσιαστικό τους ρόλο, είναι εξαιρετικά αναγκαία. Και η τηλεόραση, η οποία μέσω ειδικά φτιαγμένων γι’ ατή πολιτιστικών προγραμμάτων θα μπορούσε να απευθυνθεί στο λεγόμενο “ευρύ κοινό” το οποίο συχνά και για διάφορους λόγους δεν έχει δυνατότητες πρόσβασης στο “ζωντανό” θέαμα, αλλά και οι εφημερίδες. Και ίσως αυτές μπορούν να παίξουν ακόμη σημαντικότερο ρόλο...».

- Δηλαδή;


«Θα μιλήσω και πάλι για τον χώρο μου... Το θέαμα δεν είναι ένα ξεκάρφωτο πράγμα που έρχεται από το πουθενά. Είναι ο καθρέφτης των εκάστοτε κοινωνικών εξελίξεων. Πώς διαμορφώνεται λοιπόν; Κάποιος, ένας πνευματικός άνθρωπος συνήθως, θέτει ένα ερώτημα, ανοίγει ένας δημόσιος διάλογος και η συνισταμένη του διαλόγου αυτού οδηγεί, βαθμιαία, στην παραστασιακή διαδικασία. Αυτή είναι κατά κανόνα η πορεία σε αδρές γραμμές, όσο κι αν δεν είναι πάντα εύκολα ορατή. Αυτή τη στιγμή το θέαμα έτσι όπως το γνωρίσαμε εδώ και αρκετές, πλέον, δεκαετίες αντιμετωπίζει σοβαρά αδιέξοδα. Είναι φανερό ότι νέα ερωτήματα πρέπει να τεθούν υπό συζήτηση έτσι ώστε να οδηγήσουν στη διαμόρφωση ενός αντιστοίχως νέου κώδικα. Αντί λοιπόν οι εφημερίδες να ασχολούνται με τη σέξι εμφάνιση μιας πρωταγωνίστριας ή τις λεπτομέρειες της προσωπικής ζωής ενός ζεν πρεμιέ, αξίζει να θέσουν τέτοιου είδους ερωτήματα, να προκαλέσουν τον δημόσιο διάλογο, να επενδύσουν δηλαδή στο περιεχόμενο. Με ψυχραιμία και όραμα. Για μένα η μεγάλη δημοσιογραφία είναι μια μορφή τέχνης όπως ακριβώς η μουσική ή τα εικαστικά. Και σας λέω μετά λόγου γνώσεως ότι τη θεωρώ αναγκαία όσο ποτέ...».

- Νέες ιδέες ωστόσο γεννά η εποχή
μας;

«Οι νέες ιδέες κρύβονται στις ρίζες, στην παράδοση. Δεν υπάρχει παρθενογένεση. Όσοι πίστεψαν ότι υπάρχει κατέληξαν στα αδιέξοδα που λέγαμε, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι οποίες απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Γι’ αυτό υποστηρίζω ότι ο ευρωπαϊκός Νότος έχει μεγάλη δύναμη. Γιατί εδώ γεννήθηκαν οι μεγάλες ιδέες, εδώ άνθησε η κουλτούρα, από εδώ μεταδόθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη, σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι βέβαιο λοιπόν ότι από εδώ θα αρχίσει και η αναγέννηση. Οι πλούσιες χώρες της Ευρώπης οφείλουν να βοηθήσουν τις φτωχές να ορθοποδήσουν, έτσι ώστε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να μην καταρρεύσει. Τους το οφείλουν γιατί για χρόνια ολόκληρα, για αιώνες, επωφελήθηκαν από αυτές. Και πρώτα απ’ όλα από την Ελλάδα...».

- Η οποία όμως μοιάζει σήμερα το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης...


«Η Ελλάδα είναι η μητέρα της Ευρώπης, δεν μπορώ να διανοηθώ τη Γηραιά Ήπειρο χωρίς αυτή. Κάτι τέτοιο θα ήταν μια σύγχρονη βαρβαρότητα, η οποία πραγματικά με ξεπερνά. Ποιος άραγε μπορεί να διώξει κάποιον από το σπίτι που ο ίδιος έχτισε; Είναι σίγουρο ότι, αν κάποιος νομίζει ότι μπορεί να το κάνει, θα έρθει η στιγμή που θα πληρώσει την αλαζονεία του. Η Ιστορία το έχει διδάξει. Ο ίδιος γεννήθηκα στη Νάπολι και σε όλη μου τη ζωή η μεγαλύτερη υπερηφάνειά μου ήταν και παραμένει ότι είδα το φως σε ένα μέρος που κάποτε λεγόταν Μεγάλη Ελλάδα, και αυτό είναι κάτι που επαναλαμβάνω σταθερά, εδώ και περισσότερα από 40 χρόνια, σ’ όποιο μέρος του πλανήτη κι αν βρίσκομαι. Στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό βασίζεται ολόκληρο το οικοδόμημα του δυτικού κόσμου. Και σε μια εποχή που υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον γι’ αυτόν, η Ελλάδα είναι αναγκαία όσο ποτέ...».

- Πού εντοπίζετε αυτό το ενδιαφέρον που λέτε;

«Εχω ταξιδέψει πολλές φορές στην Ασία: στην Ιαπωνία, στην Κίνα... Τα τελευταία χρόνια βλέπω εκεί μια πραγματική δίψα να κάνουν κτήμα τους τα επιτεύγματα του δυτικού πολιτισμού, ειδικά στον τομέα της κουλτούρας. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στην Κίνα υπάρχουν αυτή τη στιγμή γύρω στα 50 εκατομμύρια παιδιά που ασχολούνται με το πιάνο, και θα μπορούσα να σας πω πολλά ακόμη. Συχνά επαναλαμβάνω λοιπόν στους συνομιλητές μου ότι πρώτα απ’ όλα οφείλουν να στρέψουν το βλέμμα στην Ελλάδα. Αυτή θα τους διδάξει...».

- Με ποιον τρόπο;


«Επειδή δεν μου αρέσει να μιλώ θεωρητικά, θα σας δώσω και πάλι ένα παράδειγμα. Γνωρίζουμε όλοι ότι το αρχαίο ελληνικό δράμα αποτελεί τη βάση, το θεμέλιο του σύγχρονου δυτικού θεάτρου. Ωστόσο σήμερα, διεθνώς, το ενδιαφέρον γι’ αυτό είναι ίσως πιο έντονο από ποτέ. Όχι μόνο αυτά καθαυτά τα έργα των μεγάλων τραγικών απασχολούν σημαντικούς σκηνοθέτες, αλλά αποτελούν και πηγή έμπνευσης για δημιουργούς από τον χώρο της μουσικής, του θεάτρου, του χορού οι οποίοι φτιάχνουν νέα, πρωτότυπα έργα. Πώς μπορεί να το χειριστεί λοιπόν η Ελλάδα αυτό; Κατά τη γνώμη μου, με δύο τρόπους: είτε με εσωστρέφεια, “περιχαρακώνοντάς” το στα σύνορά της, είτε, αντιθέτως, πρωταγωνιστώντας δυναμικά σε μια εκστρατεία περαιτέρω “διεθνοποίησής” του. Πιστεύω ακράδαντα ότι για τις χώρες του Νότου η ανάκαμψη θα ξεκινήσει από την κουλτούρα. Αυτή θα κινητοποιήσει τον τουρισμό, την οικονομία, τα πάντα. Είναι άλλωστε και το βαρύ μας πυροβολικό...».

http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=420198&h1=true

«ΘΟΥΡΙΟΣ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ
Ένας «Ναμπούκο» έφερε χρήματα στον πολιτισμό
- Τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα έχει γίνει πολύ δημοφιλές το βίντεο από την Όπερα της Ρώμης όπου, στη διάρκεια της παράστασης του «Ναμπούκο» τον περασμένο Μάρτιο, εμφανίζεστε να μιλάτε με έντονη φόρτιση υπέρ της ανάγκης διάσωσης της ιταλικής κουλτούρας. Τι ήταν, αλήθεια, όλο αυτό, πώς ξεκίνησε; Επρόκειτο, θα λέγατε, για μια αντικυβερνητική εκδήλωση;

«Ούτε αντικυβερνητικό χαρακτήρα είχε ούτε το είχα προετοιμάσει. Το αντίθετο μάλιστα: πιστεύω ότι ένας διευθυντής ορχήστρας δεν πρέπει να μιλάει στο πόντιουμ. Τη συγκεκριμένη στιγμή όμως θεώρησα ότι ως καλλιτέχνης οφείλω να πάρω θέση απέναντι στις περικοπές στον πολιτισμό, όχι για να κατακρίνω την κυβέρνηση αλλά για να κάνω μια έκκληση σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Ο “Ναμπούκο” ήταν η κεντρική εορταστική εκδήλωση για τα 150 χρόνια από την Ένωση της Ιταλίας. Θύμισα λοιπόν ότι στις 9 Μαρτίου 1842 έκανε πρεμιέρα ως μια όπερα πατριωτική, σχετική με την ένωση και την εθνική ταυτότητα της Ιταλίας. “Σήμερα, στις 12 Μαρτίου 2011”, είπα, “ας ευχηθούμε ότι ο ‘Ναμπούκο’ δεν θα γίνει η επικήδειος λειτουργία της κουλτούρας και της μουσικής...”. Η αλήθεια είναι ότι είχα σκοπό να σταματήσω σε αυτή τη φράση».

- Τι σας έκανε να μη σταματήσετε;


«Μετά το “Va pensiero”, το πασίγνωστο χορωδιακό των εβραίων σκλάβων, υπήρχε έντονη απαίτηση του κοινού για επανάληψη. Είχα λοιπόν δύο επιλογές: ή να κάνω ένα τυπικό bis ή να δώσω έναν νέο χαρακτήρα. Προτίμησα το δεύτερο. Με βάση τη γνωστή φράση “oh mia patria si bella e perduta” (πατρίδα μου όμορφη και χαμένη) είπα ότι, ως Ιταλός που ταξιδεύει ανά τον κόσμο, ξέρω ότι η εντύπωση που κυριαρχεί στο εξωτερικό για την πατρίδα μας είναι ότι πρόκειται για μια χώρα όμορφη. Ωστόσο, αν αφήσουμε την κουλτούρα να πεθάνει, θα είμαστε πραγματικά μια χώρα όμορφη αλλά χαμένη. Κάλεσα λοιπόν τον κόσμο να τραγουδήσει μαζί με τη χορωδία και να ενώσουμε όλοι τη φωνή μας υπέρ της διάσωσης του πολιτισμού μας».

- Και μετά;


«Μετά, αυτό που έγινε ειλικρινά δεν το περίμενα. Ο κόσμος σηκωνόταν μέσα στο θέατρο σιγά-σιγά, σε μικρές ομάδες, δειλά στην αρχή, αργότερα πιο αποφασιστικά, ώσπου κάποια στιγμή όλοι οι θεατές, στάθηκαν όρθιοι. Ενώθηκαν με τη χορωδία και τραγουδήσαμε – μάλλον ψάλαμε – το “Va pensiero” όλοι μαζί. Ηταν από τις πιο δυνατές στιγμές που έχω ζήσει στο θέατρο...».

- Τι τύχη είχε, αλήθεια, η έκκλησή σας;


«Το ίδιο διάστημα με τις παραστάσεις στην Οπερα, δώσαμε και μια συναυλία με αποσπάσματα από τον “Ναμπούκο” μέσα στο ιταλικό κοινοβούλιο. Απευθύνθηκα στους βουλευτές αυτήν τη φορά και τους μίλησα και πάλι για την αναγκαιότητα της διάσωσης της κουλτούρας μας, για την οποία στο κάτω-κάτω είμαστε γνωστοί στο εξωτερικό περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Την επομένη ήρθε και με βρήκε ο υπουργός Οικονομικών Τρεμόντι. Συζητήσαμε για περίπου μία ώρα και την ίδια ημέρα ανακοίνωσε ότι θα δοθούν στον πολιτισμό τα χρήματα από τη φορολογία των καυσίμων. Αρκετά μεγάλο ποσό...».

- Ωστόσο η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι
έχει ανακοινώσει από τότε διάφορα πακέτα περικοπών. Αυτό επηρέασε τις δεσμεύσεις που αποσπάσατε;

«Καμία από τις νέες περικοπές που ανακοινώθηκαν, και οι οποίες είναι πράγματι σκληρές, δεν αφορά την κουλτούρα. Η Ιταλία φαίνεται ότι αρχίζει, επιτέλους, να συνειδητοποιεί πως οφείλουμε να προστατεύσουμε τον πολιτισμό. Και πιστεύω σταθερά ότι σε αυτόν τον τομέα οι χώρες μας μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά...».

- Με ποιον τρόπο;


«Είχα κάνει και παλαιότερα λόγο για έναν πιθανό άξονα μεταξύ Ρώμης και ιταλικού Νότου ο οποίος θα μπορούσε να επεκταθεί στην Ελλάδα και από ‘κεί στη Μέση Ανατολή και στον ευρύτερο αραβικό κόσμο. Θα επαναλάβω αυτό που είχα πει και τότε: Αν δεν προλάβουμε να “στείλουμε” εμείς την κουλτούρα μας στη Μέση Ανατολή, τότε φοβάμαι ότι θα φέρει εκείνη τη βία της στην Ευρώπη. Μακάρι να διαψευστώ, αλλά τα πρώτα σημάδια ίσως έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται...».
 

http://www.youtube.com/watch?v=G_gmtO6JnRs